Η εκδήλωση αφιερώνεται στη μνήμη του Θόδωρου Αγγελόπουλου, καθώς ο εμφύλιος υπήρξε μια από τις κεντρικές συνιστώσες του κινηματογραφικού του έργου.
Η Ταινιοθήκη της Ελλάδος διοργανώνει σε συνεργασία με τα Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας (ΑΣΚΙ) και το τμήμα Επικοινωνίας και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης (ΕΜΜΕ) του Πανεπιστημίου Αθηνών το αφιέρωμα Ο ελληνικός εμφύλιος στην οθόνη. Το αφιέρωμα γίνεται επίσης σε συνεργασία με το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου (ΕΚΚ), τη Διεύθυνση-Μουσείου Αρχείου της ΕΡΤ, την Ταινιοθήκη του Βελγραδίου (Jugoslovenska Kinoteka) και τις εταιρείες διανομής Feelgood Entertainment, Νεανικό Πλάνο και Village Films.
Από τις 9 έως τις 15 Φεβρουαρίου 2012, στο φιλόξενο χώρο της Ταινιοθήκης, η κινηματογραφική αυλαία ανοίγει για μια εβδομάδα γεμάτη εκδηλώσεις και καθημερινές προβολές. Μοναδικά κινηματογραφικά τεκμήρια της εποχής, ταινίες μυθοπλασίας και ντοκιμαντέρ σχολιάζονται από τους δημιουργούς τους και άλλους ειδικούς και πλαισιώνονται από ευρύτερες εκδηλώσεις. Σε δύο στρογγυλές τράπεζες, στις 9 Φεβρουαρίου για τον εμφύλιο και τη μυθοπλασία και στις 13 Φεβρουαρίου για τον εμφύλιο και το ντοκιμαντέρ, σκηνοθέτες και άνθρωποι του κινηματογράφου, κοινωνιολόγοι και ιστορικοί συζητούν μεταξύ τους αλλά και μοιράζονται με το κοινό σκέψεις και απόψεις για τις ποικίλες αποτυπώσεις του εμφυλίου πολέμου στην οθόνη.
Η έναρξη του αφιερώματος θα γίνει την Πέμπτη 9 Φεβρουαρίου στις 19.30 με τη στρογγυλή τράπεζα με θέμα «Ο ελληνικός εμφύλιος στην οθόνη: η μυθοπλασία». Θα ακολουθήσει η τιμητική προβολή των Κυνηγών του Θεόδωρου Αγγελόπουλου στις 21.30.
Στη στρογγυλή τράπεζα συμμετέχουν: Παντελής Βούλγαρης-Σκηνοθέτης, Κώστας Βρεττάκος-Σκηνοθέτης, Μαρία Κατσουνάκη- Κριτικός Κιν/φου, Μαρία Κομνηνού-Αν. Καθηγήτρια/ Γεν. Γραμ. Δ.Σ. ΤΤΕ, Πέπη Ρηγοπούλου-Καθηγήτρια, Τάσος Ψαρράς-Σκηνοθέτης. Συντονίζει ο Καθηγητής & Αντιπρόεδρος των ΑΣΚΙ Ηλίας Νικολακόπουλος.
Στην δεύτερη στρογγυλή τράπεζα με θέμα «Ο ελληνικός εμφύλιος στην οθόνη: το ντοκιμαντέρ» που θα γίνει την Δευτέρα 13 Φεβρουαρίου στις 19.30 συμμετέχουν οι: Βασίλης Αλεξόπουλος-Διευθυντής Μουσείου-Αρχείου της ΕΡΤ, Ηλίας Γιαννακάκης-Σκηνοθέτης, Μάνος Ζαχαρίας-Σκηνοθέτης, Ροβήρος Μανθούλης-Σκηνοθέτης, Φώτος Λαμπρινός-Σκηνοθέτης, Τάσος Σακελλαρόπουλος –Ιστορικός, Μέλος Δ.Σ. των ΑΣΚΙ, Θανάσης Σκρούμπελος-Σκηνοθέτης. Συντονίζει η ιστορικός και Μέλος Δ.Σ. των ΑΣΚΙ Ιωάννα Παπαθανασίου.
Το εκτενές αυτό αφιέρωμα που πραγματοποιείται για πρώτη φορά στη χώρα μας, επιχειρεί να καλύψει ένα κενό. Φιλοδοξεί σε μια ολοκληρωμένη και καθόλα αντιπροσωπευτική παρουσίαση των κινηματογραφικών εγγραφών που σήμερα διαθέτουμε για τον ελληνικό εμφύλιο πόλεμο. Έχοντας ως αφετηρία τις αρχικές καταγραφές, που προώθησε την εποχή της σύγκρουσης, με τη μορφή επικαίρων και μικρών ενημερωτικών ταινιών, η προπαγάνδα των δύο αντίπαλων στρατοπέδων, το αφιέρωμα εκτείνεται στην επισκόπηση της ελληνικής κινηματογραφικής παραγωγής επί έξι και πλέον δεκαετίες. Αποσκοπεί έτσι σε μια νέα ανάγνωση των τρόπων με τους οποίους ο ελληνικός κινηματογράφος ενσωμάτωσε και διαπραγματεύτηκε την εμφύλια σύγκρουση, χρησιμοποιώντας άλλοτε τη μυθοπλασία και άλλοτε, όπως τα τελευταία κυρίως χρόνια, το δημιουργικό ντοκιμαντέρ.
Συνδεδεμένος με το τραύμα και τις απαγορεύσεις, που τον συνόδευσαν από την αρχή, αλλά και παίζοντας με τις σιωπές, ο εμφύλιος πόλεμος δεν καθιερώθηκε ως ιδιαίτερα πρόσφορο πεδίο για τη μεγάλη οθόνη. Αν η άρση των απαγορεύσεων το 1974 συντέλεσε στην οριστική ένταξή του στη θεματολογία του Νέου Ελληνικού Κινηματογράφου, δεν έλειψαν, ωστόσο, από νωρίς οι σχετικές αναφορές. Με τη μορφή συνδηλωτικών σχολίων ο εμφύλιος πόλεμος εισήλθε δια της τεθλασμένης στο κινηματογραφικό προσκήνιο στα σκοτεινά μετεμφυλιακά χρόνια, πριν τροφοδοτήσει τις ιδεολογικές συντεταγμένες της κινηματογραφικής παραγωγής στα χρόνια της απριλιανής δικτατορίας. Στη συνέχεια, οι κοινωνικές επιπτώσεις του –ένας εμφύλιος πόλεμος χωρίς πόλεμο- και οι μνήμες θα απορροφήσουν το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής της νέας γενιάς σκηνοθετών που στη συντριπτική πλειοψηφία τους δεν αρνήθηκαν τις ιδεολογικές τους συγγένειες με την Αριστερά. Οι πολιτικοί κρατούμενοι, οι «ανταρτόπληκτοι» και οι πρόσφυγες, οι οικογενειακές τραγωδίες, οι μνήμες και τα αδιέξοδα, διέτρεξαν τις ρεαλιστικές αναπαραστάσεις και τις αλληγορικές αναφορές και αναπαρήγαγαν τα κυρίαρχα πρότυπα του αριστερού αφηγήματος. Τα τελευταία χρόνια οι κάμερες καταγράφουν και δύο νέες εκδοχές. Πρόκειται για τη στρατιωτική διάσταση του εμφυλίου πολέμου αλλά και για την κατάθεση της βιωμένης εμπειρίας, η οποία με τη μορφή του ντοκιμαντέρ δοκιμάζει νέους τρόπους κινηματογραφικής αφήγησης.
Τις διαφορετικές αυτές εγγραφές της εμφύλιας αναμέτρησης, όπως εμφανίστηκαν από την έκρηξή της μέχρι τις μέρες μας, επιχειρεί να αναδείξει το εν λόγω αφιέρωμα. Σε ένα δεύτερο επίπεδο, δίπλα στις καθιερωμένες προβολές, το αφιέρωμα μας καλεί να αναστοχαστούμε στη βάση μιας παράλληλης ανάγνωσης των ταινιών οι οποίες υπακούουν σε διαφορετικές εποχές και ιδεολογίες αλλά και σε διαφορετικούς κανόνες, σχολές και ρεύματα. Ενώνονται, άραγε, οι ταινίες αυτές, παρά τις ασυνέχειες και τις σιωπές, με τα λεπτά νήματα μιας άρρητης συνέχειας;
Αρχειακά τεκμήρια
Η προβολή και ο σχολιασμός άγνωστων κινηματογραφικών τεκμηρίων της περιόδου του εμφυλίου πολέμου συνιστά ένα από τα βασικά μελήματα του αφιερώματος. Στα σύντομα κινηματογραφικά επίκαιρα που παραχωρήθηκαν από το Διεύθυνση Μουσείου-Αρχείου της ΕΡΤ, προστίθενται άγνωστα και σημαντικά αρχεία που απόκεινται στις συλλογές της Ταινιοθήκης της Ελλάδος. Η δωρεά της Ολυμπίας Παπαδούκα και του καθηγητή του Πανεπιστημ
ίου της Φιλαδέλφειας Μιχάλη Δόριζα εισάγουν στο αφιέρωμα και περιλαμβάνουν μοναδικές σε ευκρίνεια σκηνές από τα Δεκεμβριανά και την οπισθοχώρηση των στρατευμάτων του ΕΛΑΣ, τη συμφωνία της Βάρκιζας, το 7ο Συνέδριο του ΚΚΕ τον Οκτώβριο του 1945 και τις μεγαλειώδεις διαδηλώσεις της Αριστεράς στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Σε αυτά προστίθενται λήψεις από τα στρατόπεδα των κυβερνητικών, την επίσκεψη του βασιλιά και Αμερικανών αξιωματούχων στα στρατόπεδα και πόλεις όπου μαίνεται ο εμφύλιος καθώς και την επίσκεψη του βασιλιά και της βασίλισσας στα ελληνογιουγκοσλαβικά σύνορα.
Ωστόσο, ιδιαίτερο ενδιαφέρον συγκεντρώνουν δύο ταινίες που εντοπίστηκαν στην Ταινιοθήκη της Σερβίας, στο Βελιγράδι, και προβάλλονται για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Η πρώτη, Τα ελληνόπαιδα (Grčka Deca, 1948) του Radivoje Lola Đukić περιγράφει την υποδοχή ελληνοπαίδων στο προσφυγικό κατάλυμα στη Bela Crkva. Γυρισμένη την ίδια περίπου εποχή με την ταινία Η αλήθεια για τα παιδιά της Ελλάδος (1948) των Μάνου Ζαχαρία και Γιώργου Σεβαστίκογλου, η ταινία αποτελεί την εκδοχή της γείτονος και συμμάχου του Δημοκρατικού Στρατού Γιουγκοσλαβίας και επομένως συνιστά μια ακόμη απάντηση στις ελληνικές κυβερνητικές θέσεις περί του παιδομαζώματος.
Οι δύο αυτές ταινίες μας υποβάλουν στην πρόκληση της παράλληλης ανάγνωσής τους. Αντίστοιχα, η απώλεια των σημαντικών κινηματογραφικών αποτυπώσεων που συγκρότησε στο «βουνό» το κινηματογραφικό συνεργείο του Δημοκρατικού Στρατού θα μπορούσε εν μέρει να αναπληρωθεί με τη δεύτερη ταινία που εντοπίστηκε στη Σερβία. Η Αδελφική βοήθεια (Bratska Pomoć, 1950) των Trajče Popov και Žorž Skrigin, αν και υπακούει στην ανάγκη απάντησης της «αιρετικής» πλέον Γιουγκοσλαβίας στις κατηγορίες «για το πισώπλατο χτύπημα του Τίτο», πραγματεύεται τη βοήθεια που δόθηκε στα χρόνια του εμφυλίου στο Δημοκρατικό Στρατό.
Στον αντίποδά της τοποθετείται ένα μάλλον «υποτιμημένο» και αταύτιστο προπαγανδιστικό υλικό για τη βοήθεια του πλάνου Μάρσαλ στην «εθνική ανοικοδόμηση».
Ταινίες μυθοπλασίας
Επεκτείνοντας στο χρόνο την ιστορική αναδρομή θα διαπιστώσουμε πως μέχρι το 1974 οι ταινίες μυθοπλασίας που άμεσα αναφέρονται στον εμφύλιο είναι ελάχιστες και γυρίζονται κυρίως στα χρόνια της δικτατορίας των συνταγματαρχών. Εξαίρεση αποτελούν οι βραβευμένοι στο Βερολίνο Παράνομοι του Νίκου Κούνδουρου που γυρίζονται στον απόηχο της εμφύλιας αναμέτρησης αλλά πάντως μετά την επανάκαμψη της Αριστεράς και την ανάδειξη της ΕΔΑ στην αξιωματική αντιπολίτευση, το 1958. Καθώς η διατήρηση των διακρίσεων σε βάρος των ηττημένων και η λογοκρισία, οδηγούν στην αποσιώπηση του εμφυλίου, οι ήρωες κι η εποχή σκόπιμα δεν σηματοδοτούνται ξεκάθαρα. Στην ταινία οι «παράνομοι» προσπαθούν, είτε γιατί εμπλέκονται σε παλιές δοσοληψίες είτε γιατί δολοφονούν έναν πλούσιο αγρότη, να διαφύγουν τη σύλληψή τους από τη χωροφυλακή.
Στην περίοδο της δικτατορίας αναβιώνει το ρεπερτόριο της μετεμφυλιακής πόλωσης, αλλά η έμφαση αποδίδεται στο νέο εθνικιστικό ιδεολόγημα του καθεστώτος. Κινούμενες πάντα στον αντικομμουνιστικό άξονα, οι ταινίες, που εστιάζουν στον εμφύλιο, υπογραμμίζουν την ανάγκη υπέρβασης του παρελθόντος με σκοπό την ανάδειξη του έθνους που μεγαλουργεί μέσα από την ενότητα. Χαρακτηριστικό δείγμα αποτελεί ο Γράμμος (1971) του Ηλία Μαχαίρα που θα προβληθεί στο πλαίσιο του κινηματογραφικού αφιερώματος.
Η μεταπολίτευση εγκαινιάζει την έκρηξη της παραγωγής. Οι σκηνοθέτες ιδιαίτερα του Νέου Ελληνικού Κινηματογράφου (ΝΕΚ) θα μπορέσουν πλέον να αναστοχαστούν κινηματογραφικά τη δεκαετία του ’40, χωρίς τους περιορισμούς και τις απαγορεύσεις που έθεσαν τον εμφύλιο, ως θέμα ταμπού, στο περιθώριο για τουλάχιστον τρεις δεκαετίες. Εστιάζοντας κυρίως στο τραύμα του εμφυλίου, η ελληνική κινηματογραφία, μετά το 1974, συμπορεύεται με τις επεξεργασίες της μνήμης για τη δεκαετία του ’40 και παρουσιάζει τις επιπτώσεις του εμφυλίου και τα «θύματα» της σύγκρουσης.
Τη νέα αυτή οπτική εγκαινιάζει ο Θόδωρος Αγγελόπουλος με δύο ταινίες από την τριλογία της ιστορίας: το Θίασο (1974-5) και τους Κυνηγούς (1977).
Τα γυρίσματα του Θιάσου ξεκινούν τον τελευταίο χρόνο της δικτατορίας και ολοκληρώνονται ένα χρόνο μετά την εξέγερση του Πολυτεχνείου και την πτώση της χούντας. Η ταινία-σταθμός για την συγκρότηση του Νέου Ελληνικού Κινηματογράφου θα λάβει, το 1975, το Βραβείο της Διεθνούς Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου στο Φεστιβάλ Κανών. Η ιστορία του μπουλουκιού που περιοδεύει στην Ελλάδα ανεβάζοντας την Γκόλφω δίνει μια μοναδική εκδοχή στο ζήτημα της αναπαράστασης της Ιστορίας. Το δεύτερο μέρος της τριλογίας, οι Κυνηγοί, πραγματεύεται τον συνεχή φόβο της Αριστεράς όπως τον βιώνει η αστική τάξη ως τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης. Το πτώμα ενός αντάρτη που εντοπίζεται από μια ομάδα κυνηγών θαμμένο μέσα στο χιόνι, παραμονή Πρωτοχρονιάς, θα αποτελέσει τον καταλύτη για την διερεύνηση της ένοχης συνείδησης των νικητών.
Ένα χρόνο νωρίτερα, το 1976, ο Παντελής Βούλγαρης παρέδιδε στο κοινό το βραβευμένο στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης Χάππυ Νταίη, βασισμένο στο διήγημα Ο λοιμός του Αντρέα Φραγκιά. Η πρώτη ταινία μυθοπλασίας που αναφέρεται στη Μακρόνησο αντιμετωπίζει το στρατόπεδο ως μικρόκοσμο του διχασμού και της αγριότητας που επικρατούσε στη χώρα. Ο Βούλγαρης προσεγγίζει το θέμα με τον ουμανισμό του νεορεαλισμού διανθισμένο με σουρεαλιστικά στοιχεία πετυχαίνοντας ένα συγκλονιστικό αποτέλεσμα.
Η εποχή της «απομυθοποίησης» εγκαινιάζεται τη δεκαετία του ’80 με ταινίες όπως, ο Μεγαλέξανδρος του Θόδωρου Αγγελόπουλου, Η κάθοδος των εννέα του Χρήστου Σιοπαχά και Τα παιδιά της Χελιδόνας του Κώστα Βρεττάκου.
Ο βραβευμένος με το Χρυσό Λέοντα στη Βενετία Μεγαλέξανδρος (1980) χρησιμοποιεί το ιστορικό γεγονός της σφαγής στο Δήλεσι, θέτοντας εκ νέου τα προβλήματα των συγκρούσεων στην περίοδο της Αντίστασης και του εμφυλίου και υιοθετώντας την ιστορική ερμηνεία του Dominique Eudes, για την σύγκρουση καπεταναίων και κομματικής ηγεσίας.
Βασισμένη στο ομώνυμο αφήγημα του Θανάση Βαλτινού η βραβευμένη στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Μόσχας Κάθοδος των εννέα (1984) περιγράφει την κάθοδο μιας μικρής ομάδας ανταρτών του Δημοκρατικού Στρατού προς τον Ταΰγετο κι από εκεί στη θάλασσα μετά την επιτυχία των επιχειρήσεων του κυβερνητικού στρατού στην Πελοπόννησο. Η τύχη τους είναι προδιαγεγραμμένη.
Παρόμοια είναι και η ιστορία που αφηγείται στα Χρόνια της θύελλας (1984) ο Νίκος Τζήμας, που λίγα χρόνια νωρίτερα γυρίζει και τον Άνθρωπο με το γαρύφαλλο για τον Μπελογιάννη. Η προσπάθεια δύο ανταρτών του ΕΛΑΣ που μάταια προσπαθούν να επιστρέψουν στα σπίτια τους μετά την καταστροφή της μονάδας τους από τον εθνικό στρατό.
Το ιστορικό γεγονός της εκκένωσης των παραμεθόριων χωριών στο τέλος του εμφυλίου και της εγκατάστασης των προσφύγων στα επιταγμένα κτίρια στη Θεσ/νικη αποτελεί τον βασικό καμβά στο βραβευμένο στο Φεστιβάλ Θεσ/νίκης Καραβάν Σαράι (1986) του Τάσου Ψαρρά.
Ο σπαραγμός του εμφυλίου προβάλλεται και πάλι μέσα από μια προσωπική ιστορία στα Πέτρινα χρόνια (1985) του Παντελή Βούλγαρη. Η αληθινή ιστορία ενός ζευγαριού αγωνιστών της Αριστεράς, που εκτοπίζονται σε διαφορετικά στρατόπεδα και ξανασυναντιόνται μετά από πολλά χρόνια, μαζί με το παιδί τους, συγκίνησε το μεγάλο κοινό.
Ο Κώστας Βρεττάκος, στα Παιδιά της Χελιδόνας (1987), εμπνευσμένος από το ομώνυμο μυθιστόρημα του Διονύση Χαριτόπουλου, προσεγγίζει με πιραντελλική διάθεση την διακεκαυμένη ζώνη διερεύνησης της εμφύλιας σύγκρουσης. Ένας δημοσιογράφος κι ένας νεαρός σκηνοθέτης αναζητούν πληροφορίες για την ιστορία μιας οικογένειας που βρέθηκε τοποθετημένη σε αντίπαλα στρατόπεδα στην εμφύλια σύγκρουση. Η τηλεοπτική αναζήτηση καταλήγει στην ιστόρηση των διαφορετικών εκδοχών και λειτουργεί εκρηκτικά.
Στο μεταίχμιο βιώματος και μυθοπλασίας κατατάσσεται η ταινία Ελένη (1985) του Πίτερ Γέιτς (Peter Yates) με τους Κέιτ Νέλιγκαν και Τζον Μάλκοβιτς, βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο-μαρτυρία του Νίκου Γκατζογιάννη (Nick Gage). Η δραματοποιημένη εκδοχή της δολοφονίας της μητέρας του συγγραφέα στο χωριό Λιά Φιλιατών της Ηπείρου την περίοδο του εμφυλίου ιστορείται ως η θυσία μιας γυναίκας να σώσει τα παιδιά της από την αναγκαστική στρατολόγηση και αποστολή στις «φιλικές» χώρες από τις δυνάμεις του Δ.Σ.
Στην ορεινή ήπειρο του 1949 διαδραματίζεται και η Βασιλική (1997) του Βαγγέλη Σερντάρη που αφηγείται τον έρωτα ενός ενωμοτάρχη για την γυναίκα ενός αντιφρονούντος κομμουνιστή. Από το επίκεντρο του εμφυλίου στην Ήπειρο ο Λεωνίδας Βαρδαρός μας μεταφέρει στην Ικαρία στην ταινία του Ούλοι εμείς εφέντη (1998). Οκτώ αντάρτες, υπακούοντας στην εντολή του κόμματος «το όπλο παρά πόδα», συνεχίζουν για έξι χρόνια να κρύβονται στο νησί αρνούμενοι να παραδοθούν.
Οι Παντελής Βούλγαρης και Θεόδωρος Αγγελόπουλος θα επιστρέψουν μια 20ετία αργότερα στον εμφύλιο, ο πρώτος με το Ψυχή βαθιά, το 2009, και ο δεύτερος με Το λιβάδι που δακρύζει, το 2004, που αποτελεί το πρώτο μέρος της λεγόμενης «τριλογίας» με θέμα την μοίρα του ελληνισμού μέσα από αναφορές στον Θηβαϊκό κύκλο.
Ξεκινώντας το 1919 με την είσοδο του Κόκκινου Στρατού στην Οδησσό και τον ξεριζωμό της ελληνικής παροικίας και τελειώνοντας το 1949 με το τέλος του ελληνικού εμφυλίου πολέμου, Το λιβάδι που δακρύζει περιγράφει την ιστορία μιας γυναίκας. Πρόσφυγας από την Οδησσό και ταυτόχρονα φιγούρα αρχαίας ελληνικής τραγωδίας, η Ελένη υποφέρει τα δεινά της δικτατορίας του Μεταξά, της Κατοχής και του Εμφυλίου και χάνει τα δυο της παιδιά που βρίσκονται στα δύο αντίπαλα στρατόπεδα.
Το κλασικό μοτίβο της ιστορίας δύο αδελφών που βρίσκονται σε αντίπαλα στρατόπεδα επανέρχεται στη Ψυχή βαθιά. Έχοντας επιστρατευτεί από τον Εθνικό και το Δημοκρατικό Στρατό ως οδηγοί στα δύσβατα μονοπάτια και στα περάσματα του Γράμμου και του Βίτσι, τα δυο αδέλφια δεν απαρνούνται τους δεσμούς του αίματος. Σε αυτή τη σύγκρουση που προκάλεσαν οι «ξένοι», η εγκληματική τακτική του κυβερνητικού στρατού να αποδεχτεί τον βομβαρδισμό των θέσεων των ανταρτών με βόμβες ναπάλμ αντιπαρατίθεται στην εμμονή του επιτελείου των ανταρτών να μην προχωρήσει σε ανακωχή παρά τη διαφαινόμενη ήττα.
Ντοκιμαντέρ
Η πρώτη απόπειρα καταγραφής μιας πτυχής του Εμφυλίου γίνεται στη μεταπολίτευση, το 1974, με το Νέο Παρθενώνα της γνωστής «Ομάδας των Τεσσάρων». Ο πρόσφατα χαμένος Κώστας Χρονόπουλος και οι Γιώργος Χρυσοβιτσάνος, Σπύρος Ζάχος και Θανάσης Σκρουμπέλος θα αποτελέσουν το πρώτο συνεργείο κινηματογραφιστών που θα φθάσει στα μαρτυρικά νησιά της Μακρονήσου και της Γυάρου.
Μια δεκαετία αργότερα, το 1997, γυρίζεται το ντοκιμαντέρ Ο ελληνικός εμφύλιος πόλεμος μέσα από το φακό ενός έλληνα σκηνοθέτη που ζει στο Παρίσι. Ο Ροβήρος Μανθούλης θα λάβει το ειδικό Βραβείο της Κριτικής Επιτροπής στο Διεθνές Φεστιβάλ Τηλεοπτικών Προγραμμάτων (F.I.P.A.) του Μπιαρίτζ. Η παραγωγή παρουσιάστηκε σε δυο εκδοχές, μια σχεδόν ωριαία και μια εξάωρη. Η ωριαία βερσιόν αποτελεί μία ιστορική καταγραφή των γεγονότων του εμφυλίου που περιλαμβάνει αρχειακό υλικό από το συνεργείο του Δημοκρατικού Στρατού, από το BBC και από αρχεία των χωρών και των δυο αντίπαλων στρατοπέδων. Η εξάωρη βερσιόν με τίτλο Βίοι Παράλληλοι του Εμφυλίου έλαβε το ετήσιο βραβείο καλύτερης εκπομπής πληροφόρησης στην Ελλάδα, το 1997. Στα έξι ωριαία επεισόδια καταγράφονται οι μαρτυρίες 17 προσώπων που έζησαν ή μελέτησαν την περίοδο του εμφυλίου.
Μισό αιώνα μετά τη λήξη του εμφυλίου όλο και περισσότερα ντοκιμαντέρ φωτίζουν άγνωστες πτυχές της περιόδου αυτής. Η βραβευμένη στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης Μακρόνησος (2008) των Ηλία Γιαννακάκη και Εύης Καραμπάτσου, παραθέτει για πρώτη φορά την μαρτυρία του 90χρονου διοικητή του στρατοπέδου, το πρώτο ουσιαστικά καταγεγραμμένο ντοκουμέντο μαρτυρίας της άλλης πλευράς, ο οποίος «συνομιλεί» με πρώην κρατουμένους που επισκέπτονται το νησί.
Αφανείς ήρωες του Εμφυλίου γίνονται πρωταγωνιστές στη Ζωή στους βράχους (2009) της Αλίντας Δημητρίου και στο βραβευμένο από την Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου Άλλος δρόμος δεν υπήρχε (2009) του Σταύρου Ψυλλάκη. Από τη μία οι αντάρτισσες - «γυναίκες της διπλανής πόρτας» κι από την άλλη οι εναπομείναντες αντάρτες του Δημοκρατικού Στρατού στην Κρήτη, παράνομοι για χρόνια στο νομό Χανίων μαζί με εκείνους που με αυτοθυσία τους προστάτεψαν. Τέλος η ιδεολογική μεταστροφή και ένταξη του Τούρκου Μιχρί Μπελί στον Δημοκρατικό Στρατό, αλλά και οι μετέπειτα συνέπειες της επιλογής του περιγράφονται στο Καπετάν Κεμάλ, ο σύντροφος (2008) του Φώτου Λαμπρινού.
-----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Για περισσότερες πληροφορίες:
Γραφείο Τύπου Ταινιοθήκης της Ελλάδος:
Ισμήνη Χλιόβα-Μπιτζάνη: 210 3612046, 6973562081 isminicb@gmail.com
Φαίδρα Παπαδοπούλου: 210 3612046 (εσωτ. 0119) phaedrapap@tainiothiki.gr