Σημαντική συνεισφορά στην ιστορική μνήμη και φόρο τιμής στους αγωνιστές της ΕΑΜικής αντίστασης συνιστά το δίτομο φωτογραφικό λεύκωμα του Μανόλη Κασιμάτη Φωτογραφίζοντας το Δεκέμβρη του ‘44, το οποίο εκδόθηκε και κυκλοφορεί απ’ την Πολιτιστική Εταιρεία Φωτογραφίζοντας. Το λεύκωμα παρουσιάζει σημαντικά φωτογραφικά ντοκουμέντα από τα γεγονότα που συντάραξαν την Αθήνα πριν από ακριβώς 65 χρόνια και που καθόρισαν την πορεία της χώρας προς τον εμφύλιο πόλεμο. Παράλληλα με τις εικόνες, περιέχεται πλήρες ιστορικό των γεγονότων, με όλα τα στοιχεία που ήρθαν από τότε στην επιφάνεια.
Το λεύκωμα του Μανόλη Κασιμάτη συμπληρώνει ένα κενό της βιβλιογραφίας, τη μελέτη των φωτογραφικών ντοκουμέντων του Δεκεμβρίου του 1944. Αν στις μέρες μας μια φωτογραφία συχνά «επιστρατεύεται» για την αποκάλυψη ή τη συσκότιση της αλήθειας, τότε μπορεί να καταλάβει κανείς τη δύναμη και την επιρροή που ασκούσε το μέσο κατά τη δεκαετία του ‘40, ελλείψει τηλεόρασης ή διαδικτύου. Όπως συνάγεται από τα στοιχεία που προσκομίζει ο συγγραφέας, η χρήση των φωτογραφιών της εποχής αξιοποιήθηκε πολιτικά για να απομονώσει τις δυνάμεις του ΕΑΜ, να αποκρύψει τις ωμότητες του αγγλικού και του εθνικού στρατού αλλά και να συκοφαντήσει το ρόλο των κομμουνιστών στην αντίσταση και την απελευθέρωση.
Ποιοι βρίσκονταν όμως πίσω από το φακό; Σοβαρή συμβολή του λευκώματος είναι η αποκατάσταση του ονόματος των φωτογράφων, οι οποίοι συνήθως λόγω παρέλευσης των χρόνων καταδικάζονται στη λήθη. Έτσι, το λεύκωμα περιέχει αναλυτικά βιογραφικά για κάθε γνωστό φωτογράφο. Έχει ενδιαφέρον ότι ο μόνος αναγνωρισμένος φωτογράφος που κατέγραψε και την πλευρά των ανταρτών είναι ο
Βασίλης Τσακιράκης, του οποίου φωτογραφία είναι και η εικονιζόμενη στο κέντρο.
Σήμερα, με τα στοιχεία που έχει αποκαλύψει η έρευνα είναι δυνατό να ανασκευαστεί η παραποιημένη ιστορία. Πέρα όμως από την ιστορική γνώση και αποκατάσταση, το λεύκωμα προσφέρει λαβή για να σκεφτούμε και τη σημερινή ιδεολογική χρήση της φωτογραφίας. Έστω κι αν έχουν αλλάξει τα μέσα, ακόμα και σήμερα η φωτογραφία χρησιμοποιείται κατά κόρον ως πειστήριο για θηριωδίες ή ιστορικά συμβάντα. Πόσες άραγε απ’ αυτές τις εικόνες είναι αληθινές και πόσες έχουν «στηθεί» για να κεντρίσουν την ευαισθησία εκατομμυρίων αναγνωστών; Το συμπέρασμα που βγαίνει από το λεύκωμα Φωτογραφίζοντας το Δεκέμβρη του ‘44 είναι ότι η φωτογραφία δεν έχει την αντικειμενικότητα που της αποδίδεται, αλλά γίνεται υποχείριο των εξουσιών.
Να σημειωθεί ότι στην προσεγμένη έκδοση περιλαμβάνονται σαν ένθετα και τέσσερις επανεκδόσεις σημαντικών ντοκουμέντων: Το προπαγανδιστικό φυλλάδιο των αντιδραστικών που εκδόθηκε το Σεπτέμβριο του 1945 το οποίο παρουσίαζε τα υποτιθέμενα «εγκλήματα» των κομμουνιστών, η μπροσούρα – απάντηση που εξέδωσε το ΕΑΜ, η έκθεση της ιατροδικαστικής υπηρεσίας για το συνολικό αριθμό των θυμάτων του Δεκεμβρίου και τέλος, ένα φυλλάδιο φοιτητών της Αρχιτεκτονικής απ’ τη δεκαετία του ‘70 για τη σχέση πολεοδομίας και τη δημόσιας τάξης. ......
φωτογραφία: Βασίλης Τσακιράκης
ΤΑ «ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ» ΤΟΥ ΕΑΜ - ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΑ
Τίνος είναι το πτώμα;
Η παραπάνω φωτογραφία της
Βούλας Παπαϊωάννου τυπώθηκε σε προπαγανδιστικό φυλλάδιο με τίτλο Αυτό είναι το ΚΚΕ-ΕΑΜ-ΕΛΑΣ στην Ελλάδα με τη λεζάντα «το κοριτσάκι αυτό ανευρίσκει τον πατέρα του εις θέσιν στην Καισαριανή». Οι νικητές της μάχης του Δεκέμβρη ξεκίνησαν εκστρατεία συκοφάντησης και παραπληροφόρησης, ώστε να παρουσιάσουν τα «εγκλήματα» του ΕΑΜ.
Σε φυλλάδιο που κυκλοφόρησε το ΕΑΜ σαν απάντηση στο παραπάνω συκοφαντικό φωτογραφικό λεύκωμα με τίτλο Το ελληνικό ΚΑΤΥΝ (και τα δύο περιέχονται στο λεύκωμα Φωτογραφίζοντας το Δεκέμβρη του ‘44 του Μανόλη Κασιμάτη) αποκαθίσταται η αλήθεια: «Χιλιάδες είναι τα θύματα. Θάφτηκαν όπως όπως στις αυλές, έξω από τις εκκλησίες, στα πεζοδρόμια, στα οικόπεδα. Όταν υποχώρησε ο ΕΛΑΣ και μπήκαν οι Άγγλοι, όλα αυτά τα αμέτρητα πτώματα ξεθάφτηκαν και φορτώθηκαν σε αυτοκίνητα. Βρέθηκαν έτσι στο Περιστέρι ή στην Κυψέλη ή στα Τουρκοβούνια ακρωτηριασμένα χωρίς μάτια ή μύτες. Και κλήθηκαν οι συγγενείς τους να παραλάβουν το πτώμα «του κατακρεουργηθέντος υπό υπό των ΕΛΑΣιτών» δικού τους. Για να πιάσει πιο πολύ η ιστορία, διάδοσαν κατάλληλα πως οι συγγενείς εκείνων που σκοτώθηκαν από τους ΕΛΑΣίτες θα πάρουν σύνταξη, ενώ εκείνοι που σκοτώθηκαν από αδέσποτες (δηλαδή από τα αεροπλάνα, ακνόνια, τανκς κ.λπ.) δεν παίρνουν τίποτα. Έτσι ο καθένας είχε συμφέρο να παρουσιάσει το δικό του σαν θύμα των ΕΛΑΣιτών [...] Αν πάλι, κανένας τίμιος άνθρωπος δεν ήθελε να γίνει όργανο της προδοτικής κλίκας των συκοφαντών -παρόλες τις υποσχέσεις για σύνταξη- τότε χρησιμοποιούσαν την απειλή «είσαι κουκουές!»».
Πολλά από τα πτώματα που εκτέθηκαν σαν κατακρεουργηθέντα ήταν λοιπόν άτομα που σκοτώθηκαν στη μάχη και τραυματίστηκαν. Εκτεταμένες ήταν οι εκταφές ανθρώπων που κατέληξαν από διάφορες αιτίες και που έπειτα εκτέθηκαν δημόσια «προς αναγνώρισιν». Ειδικά συνεργεία έπιαναν δουλειά ώστε να ακρωτηριάζουν τα πτώματα και έτσι τα σώματα να παρουσιάζονται σε άθλια κατάσταση.
Εδώ έπαιξαν βαρυσήμαντο ρόλο οι φωτογράφοι που κλήθηκαν από τις αρχές με τη μηχανή τους να απαθανατίσουν αυτά τα στημένα στιγμιότυπα φρίκης, με τα πτώματα των «εκτελεσθέντων και βασανισθέντων υπό των δολοφόνων του ΕΛΑΣ». Κάτω από τις στημένες φωτογραφίες έμπαινε έπειτα μια παραπλανητική λεζάντα όπως της παραπάνω φωτογραφίας και έτσι ολοκληρωνόταν η προπαγάνδα.
Πέρα από τη διαστρέβλωση της πραγματικότητας, καταγράφηκαν και παραδείγματα επινόησης ολόκληρων μύθων. Συγκεκριμένοι άνθρωποι παρουσιάστηκαν από τις εφημερίδες της εποχής και τις αρχές σαν εκτελεσθέντες από τους αντάρτες, ενώ βρίσκονταν ακόμα στη ζωή!
Ο λαός της Αθήνας στήνει οδοφράγματα για να εμποδίσει τα αγγλικά στρατεύματα
ΔΥΣΠΡΟΣΙΤΑ ΤΑ ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΑ
Σπάνια είναι τα φωτογραφικά στιγμιότυπα από το Δεκέμβρη του 1944, τα οποία να απεικονίζουν την πλευρά των ανταρτών, όπως αυτό δίπλα, τραβηγμένο από άγνωστο φωτογράφο. Όπως σημειώνει και ο συγγραφέας, μέχρι το 1974 η κατοχή ντοκουμέντων αριστερού προσανατολισμού συνιστούσε ενοχοποιητικό πειστήριο και κατ’ αυτό τον τρόπο έχουν χαθεί αναρίθμητα στοιχεία της αντίστασης.
Αντίθετα, έχουν σωθεί κατά κύριο λόγο τα ντοκουμέντα της νικήτριας πλευράς, από φωτογράφους που βρίσκονταν στο μισθολόγιο των ξένων στρατών και υπηρεσιών στην Ελλάδα (όπως η Βούλα Παπαϊωάννου) και που εστίαζαν στο θέμα τους κατά κύριο λόγο με πολιτική υστεροβουλία.
Τα διασωθέντα τεκμήρια της αντίστασης βρίσκονται θαμμένα στα αρχεία του κράτους, στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας και σε διάφορα αρχεία συλλόγων και κομμάτων, μερικά από τα οποία είναι προσβάσιμα και άλλα όχι. «Η διαφάνεια για πρόσβαση και μελέτη των ιστορικών κειμηλίων του αγώνα του ελληνικού λαού για δημοκρατία, λαϊκή κυριαρχία και ελευθερία πρέπει να είναι αυτονόητη από όλους» υπογραμμίζει ο Μανόλης Κασιμάτης, σημειώνοντας πως η εταιρεία Φωτογραφίζοντας συντονίζει μια προσπάθεια συλλογής και συγκέντρωσης όλων των φωτογραφικών ντοκουμέντων.
Γιώργος Λαουτάρης
(Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Πριν, 13-12-2009)